Πεπτικό έλκος

Πεπτικό έλκος

Ως πεπτικά έλκη ορίζονται ελλείμματα του τοιχώματος του γαστρεντερικού σωλήνα, που προκαλούνται από την καταστροφή των επιθηλιακών κυττάρων λόγω της καυστικής δράσης του οξέος και της πεψίνης.

Στις αρχές του 20ου αιώνα τα έλκη αποδίδονταν στο stress και σε διαιτητικούς παράγοντες , ενώ για τη θεραπεία ο «ασθενής» εισερχόταν στο νοσοκομείο με σύσταση για ξεκούραση και διάφορες δίαιτες αποκλεισμού. Από το 1950 δόθηκε έμφαση στη βλαπτική δράση του γαστρικού οξέος με τη χρήση, αρχικά, αντιόξινων και στη συνέχεια ανταγωνιστών των υποδοχέων της ισταμίνης (ρανιτιδίνη). Η επανεμφάνιση ελκών στους ίδιους ασθενείς οδήγησε στη ανακάλυψη τη δεκαετία του 1980 ενός άλλου επιβαρυντικού παράγοντα, του ελικοβακτηριδίου του πυλωρού, ενώ αργότερα δόθηκε βάρος και στις βλάβες, που προκαλούν και τα μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα. Τη δεκαετία του 1990 εμφανίστηκαν και τα πρώτα φάρμακα, που αναστέλλουν τη δράση της αντλίας των υδρογονοκατιόντων (δηλαδή της έκκρισης του γαστρικού οξέος), όπως η ομεπραζόλη. Άλλοι παράγοντες, που δρουν συνεργικά στη δημιουργία του έλκους είναι το κάπνισμα, το stress, καθώς και γενετικοί (κληρονομικοί) παράγοντες.

Τα συμπτώματα του πεπτικού έλκους ποικίλλουν από απλά δυσπεπτικά ενοχλήματα (ερυγές, μετεωρισμός, ναυτία, έμετοι) έως και το κλασσικό κοιλιακό άλγος, που εστιάζεται στο επιγάστριο (περιοχή κάτωθεν του στέρνου και ύπερθεν του ομφαλού) και σχετίζεται με τη λήψη τροφής. Επιπλοκές του έλκους αποτελούν: 1) αιμορραγία, 2) διάτρηση (σπάνια), 3) διείσδυση σε άλλα όργανα όπως πάγκρεας και ήπαρ (σπάνια), 4) απόφραξη.

Η διάγνωση γίνεται με ακτινογραφία (παλαιά μέθοδος) και με την ενδοσκόπηση (γαστροσκόπηση), με την οποία ανευρίσκεται η ελκωτική βλάβη και γίνεται έτσι η διαφορική διάγνωση μεταξύ καλοήθους έλκους και κακοήθειας (αν χρειαστεί, λαμβάνονται και δείγματα βιοψιών).

Με τη χρήση των νέων φαρμάκων και με την αγωγή εκρίζωσης ελικοβακτηριδίου η πλειονότητα των πεπτικών ελκών επουλώνονται. Θα πρέπει να τονιστεί ότι η αλόγιστη χρήση των φαρμάκων γαστροπροστασίας μπορεί πλέον να δημιουργήσει προβλήματα, όπως δυσαπορρόφηση βιταμινών, αυτόματα κατάγματα σε εμμηνοπαυσιακές γυναίκες, υπεργαστριναιμία και ατροφική γαστρίτιδα. Για το λόγο αυτό, καθώς και για το γεγονός ότι συχνά τα συμπτώματα μειώνονται με τη χρήση των φαρμάκων αυτών ακόμα και σε κακοήθες έλκος (καρκίνος), επιβάλλεται η συμβουλή από ειδικό ιατρό για τη χορήγησή τους, πριν να υπάρξει καθυστερημένη διάγνωση για νεόπλασμα στομάχου.